Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θιβετανική Βίβλος των Νεκρών. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θιβετανική Βίβλος των Νεκρών. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 13 Ιουλίου 2013

Η Θεωρία της Αιώνιας Ζωής (μέρος Γ')







Διαβάστε το Α΄μέρος εδώ.


· Στο όγδοο κεφάλαιο  (η Κρίση ή η Επανεσάρκωση) ο συγγραφέας μας αναφέρει περιληπτικά τα εξής:

Εδώ ο συγγραφέας μας αναλύει πως υποθέτει ότι γίνεται η επανεσάρκωση, την οποία μάλιστα την παρομοιάζει με την ψύξη- κρυστάλλωση.

«Καθώς οι κύκλοι στρέφονται και πάλι προς την έναρξη της φυσικής ζωής, όλο και πιο κοντά έρχεται η στιγμή όπου τα πάντα θα πρέπει να παγώσουν, να κρυσταλλωθούν, να πάρουν στατική μορφή. Θα μπορούσαμε να συγκρίνουμε το πνεύμα στον ηλεκτρονιακό κόσμο με την κατάσταση του ατμού και της ψυχής στον μοριακό κόσμο με την κατάσταση του νερού. Διαρκώς, η θερμοκρασία πέφτει, οι διεργασίες γίνονται όλο και πιο αργές. Ξαφνικά, σε μια στιγμή που η φυσική την γνωρίζει επακριβώς – συντελείται η ψύξη – δηλαδή το ρευστό προικίζεται με μορφή. Αυτή η μορφή εξαρτάται από την κατάσταση όπου βρίσκεται το νερό τη στιγμή της ψύξης, αν βρίσκεται σε στρογγυλό δοχείο, σε σωλήνα ή σε ελεύθερες σταγόνες στο τζάμι. Αλλά μόλις παγώσει, μόλις «αποκτήσει σώμα», δεν μπορεί τίποτα να το αλλάξει, παρά μόνο η επαναθέρμανση σε μια υψηλότερη θερμοκρασία – δηλαδή μέχρις ότου ο πάγος πεθάνει άλλη μια φορά. Η στιγμή του παγώματος μπορεί να θεωρηθεί «κρίση» για το νερό.
Για τον ατομικό εαυτό, μια τέτοια κρίση θα είναι η αποκρυστάλλωσή του σε ένα ορισμένο είδος υλικού σώματος. Γιατί μόλις προικιστεί με ένα σώμα, ο τρόπος που αντιλαμβάνεται, οι δυνατότητές του, ίσως ολόκληρη η μοίρα του, καθορίζονται από τον τύπο αυτού του σώματος.»






Στα διάφορα αρχαία κείμενα,  πάντα η Κρίση παρουσιάζεται να συντελείται από κάποιο υπερ ανθρώπινο όν. Στην Χριστιανική πίστη είναι ο Χριστός, στην Αιγυπτιακή ο Όσιρις, στην Ελληνική ο Δίας, στην Ζωροαστρική ο Αχούρα Μάζδα, στην Θιβετανική ο Γιάμα Ράτζα. Πρόκειται για το αρχέτυπο της ενσαρκωμένης θειότητας.

Μπροστά σε αυτόν συντελείται μια διαδικασία που απεικονίζεται σαν ζύγισμα στη ζυγαριά. Στο Θιβετανικό ζύγισμα, με τον Σίνζι και το Βαγκ, στο Ζωροαστρικό με το Μίθρα, Σραοσά και Ρασνά, ενώ στο Ελληνικό με τον Ραδάμανθη, τον Αιακό και τον Μίνω. Αυτό που υποτίθεται πως ζυγίζεται είναι οι πράξεις, οι σκέψεις και τα λόγια του νεκρού.

Όμως στην Αιγυπτιακή εικόνα της κρίσης, που θεωρείται μάλιστα και η αρχαιότερη, βλέπουμε πως εκείνο που ζυγίζεται είναι η καρδιά του νεκρού, ενώ η μορφή και η ψυχή του είναι ξέχωρα και παρακολουθούν.

Η καρδιά, φαίνεται πως υποδηλώνει την εσωτερική ποιότητα του ανθρώπου, το είναι του. Στη μια ζυγαριά έμπαινε λοιπόν η καρδιά του νεκρού και στην άλλη το φτερό της Μάατ, που αντιπροσωπεύει τη δικαιοσύνη και την κοσμική τάξη. Θα λέγαμε ότι το φτερό μοιάζει με το βουδιστικό ντάρμα, δηλαδή το σωστό, το δίκαιο και το αληθινό, με λίγα λόγια είναι η αληθινή δυνατότητα του ατόμου.
Επομένως, το είναι που ο άνθρωπος έχει εξελίξει για λογαριασμό του, ζυγίζεται σε σύγκριση με την αρχική του ικανότητα.

Όπως αναφέρει ο Κόλλιν:
«Αυτή η εκπληκτική απεικόνιση δεν δείχνει μόνο το ζύγισμα του επίκτητου «είναι» του ανθρώπου σε σύγκριση με τις αρχικές του ικανότητες, αλλά επίσης πως η υπερβολή ή η ανεπάρκεια, που γίνεται έτσι φανερή, καθορίζει ακριβώς το νέο σώμα μέσα στο οποίο θα γεννηθεί ξανά ο εαυτός, δηλαδή τις αρχικές του ιδιότητες στην επόμενη ζωή. Έτσι συμπληρώνεται ο κύκλος και το αποτέλεσμα ή η αμοιβή αυτής της κρίσης είναι ήδη εκείνη που θα μπει στη δεξιά πλάστιγγα στην επόμενη ζωή. Η κρίση επαναλαμβάνεται, η δικαιοσύνη είναι αιώνια και ένα νέο ζύγισμα προκύπτει από τον παλιό κόσμο, χωρίς τέλος.»


Μάατ



Το ζύγισμα της ψυχής





·   Στο ένατο κεφάλαιο  (η επαναστροφή στον οργανικό κόσμο) ο συγγραφέας μας αναφέρει περιληπτικά τα εξής:


Ο συγγραφέας, αφού εξέτασε το θέμα της κρίσης ή αλλιώς την κατανομή των νέων μορφών με φιλοσοφικό τρόπο, τώρα το εξετάζει από πρακτική σκοπιά.

Αναλύοντας από την οπτική της βιολογίας την γονιμοποίηση καθώς και τη φύση και λειτουργία των χρωμοσωμάτων και των γονιδίων, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα γονίδια και τα χρωμοσώματα βρίσκονται στα σύνορα των δυο κόσμων (μοριακού και κυτταρικού).

«Τα γονίδια παρουσιάζουν κι άλλο ένα σπουδαίο σημείο. Είναι τόσο μικροσκοπικά ώστε δεν αποτελούνται παρά μόνο από ελάχιστα – ίσως από μισή δωδεκάδα – μόρια. Με άλλα λόγια, ανήκουν στον μοριακό κόσμο και διέπονται από μοριακούς νόμους. Αυτό ακριβώς δεν επιτρέπει στους επιστήμονες να τα μελετήσουν. Βρίσκονται πέρα από τον κυτταρικό ή οργανικό κόσμο στον οποίο περιορίζονται οι παρατηρήσεις μας.
Ας θυμηθούμε ότι όταν είχαμε στρέψει την προσοχή μας στη στιγμή της σύλληψης, είχαμε καταλήξει σε ένα σημείο όπου οι διεργασίες κινούνται με τέτοια ταχύτητα ώστε είναι αδύνατο να τις συμπεριλάβει η κυτταρική ύλη. Αυτή ακριβώς η ταχύτητα τις κάνει να ανήκουν στην μοριακή ύλη. Τα γονίδια και τα χρωμοσώματα αντιπροσωπεύουν την πρώτη είσοδο της ανθρώπινης ζωής στη δική μας περιοχή της υλικής παρατήρησης. Βρίσκονται στα σύνορα των δυο κόσμων. Ένα μέρος τους συμμετέχει στη φύση της ύλης, στην ελεύθερη μοριακή της κατάσταση και ένα άλλο μέρος τους μένει καθηλωμένο μέσα σ’εκείνο το πρωτόγονο κύτταρο, το γονιμοποιημένο ωάριο.»

Στη συνέχεια αναλύει το θέμα των ακτινοβολιών σε σχέση με τις αλλοιώσεις και τις ανακατατάξεις των γονιδίων, εστιάζοντας ιδιαιτέρως στη ραδιενεργό ακτινοβολία, η οποία μπορεί να επηρεάσει ακόμα και μετά από χίλια χρόνια. Η ίδια ακτινοβολία που θα μπορούσε να επηρεάσει τα γονίδια τώρα, θα μπορούσε να προκαλέσει μια παρόμοια μετάλλαξη χίλια χρόνια αργότερα.

«Έχει ταξιδέψει μπροστά ή πίσω στον χρόνο; Είναι το ίδιο. Το μόνο που θα μπορούσε να πει κανείς είναι ότι αυτή η ακτινοβολία, που εξουσιάζει τη μορφή, είναι ανεξάρτητη από το χρόνο.»

Κρατάμε αυτό το σημείο γιατί παρακάτω θα συνδυάσει αυτό το συμπέρασμα με το προηγούμενο συμπέρασμά του ότι η μορφή στον έναν κόσμο δημιουργείται από την επίδραση του κόσμου που βρίσκεται από πάνω του (τα μοριακά μπορούν να αλλάξουν μόνο με ηλεκτρονιακή δύναμη.)

Έπειτα ο Κόλλιν αναφέρεται  ξανά στο μύθο του Ηρός αλλά και στη Θιβετανική Βίβλο των νεκρών, σε αποσπάσματα όπου αναφέρεται η ιδέα της επαναγέννησης σε ζώο και μας αναλύει την συμβολική έννοια που αυτή η ιδέα περιέχει.

Πρόκειται για την ιδέα της αυξανόμενης καθήλωσης σε ένα ιδιαίτερο γνώρισμα και ο συμβολισμός των ζώων είναι μια μεταμφίεση, θα λέγαμε, της παθολογικής υπερβολής ενός γνωρίσματος. (π.χ. ο σκύλος – όσφρηση αλλά και μια κατάσταση στο έλεος των ζωϊκών ορέξεων που ερεθίζονται ιδιαίτερα από τις οσμές. Το φίδι – ο αδενικός συνδυασμός που προκαλεί αιχμηρές και οξείες αντιδράσεις.) Αυτή η παθολογική υπερβολή ενός γνωρίσματος θα πρέπει να ρυθμίζεται από ένα γονίδιο ή μια ομάδα γονιδίων. Δεν θα είναι όμως σε αρμονική σχέση με τον συνολικό οργανισμό.

«Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι στο τέλος της ζωής, κάθε ψυχολογικό γνώρισμα του ανθρώπου ή έχει εξογκωθεί ή έχει ελαχιστοποιηθεί, σε σύγκριση με την οργανική τάση που του δόθηκε από τη γέννησή του.»

Κατανοούμε βεβαίως ότι η πραγματοποίηση της ιδέας της ισορροπίας των γνωρισμάτων, εξαρτάται από τον υψηλό βαθμό αυτογνωσίας του ατόμου αλλά και από τον επίμονο αγώνα του ενάντια στις αδυναμίες  του.

Έτσι λοιπόν, ο Κόλλιν ολοκληρώνει εδώ το σκεπτικό του, έχοντας εξηγήσει την οπτική του, για το πώς λειτουργεί ο μηχανισμός της ανθρώπινης επαναστροφής σε πρακτικό επίπεδο.
Το σύνολο των γνωρισμάτων λοιπόν, θα μπορούσε να μεταδοθεί με το θάνατο στα κατάλληλα γονίδια και χρωμοσώματα μέσα στο ωάριο.

Και έτσι βρισκόμαστε ξανά στο θέμα της στιγμής της σύλληψης που, όπως ανέλυσε σε προηγούμενα κεφάλαια, συνδέεται με τη στιγμή του θανάτου.









Σε αυτό το σημείο του βιβλίου υπάρχουν πολύ σημαντικές  πληροφορίες, γι αυτό και παραθέτω το κείμενο του συγγραφέα αυτούσιο:


«Αλλά η πράξη της σύλληψης είναι επίσης η σεξουαλική πράξη των γονιών. Η δημιουργία του νέου σχεδίου τόσο από τους ίδιους όσο και από την κατάστασή τους, από την ένταση και αγνότητα των αισθημάτων τους κ.ο.κ. Γι αυτό, αν είναι να γίνει κάποια βελτίωση και εναρμόνιση του νέου εμβρύου σε σχέση με το παλιό, καταλήγουμε στην ιδέα ότι ο ετοιμοθάνατος δεν θα πρέπει μόνο να έχει νικήσει τις δικές του αδυναμίες, αλλά θα πρέπει επίσης να έχει, με κάποιο τρόπο, ανυψώσει τους γονείς του σε ένα ανώτερο επίπεδο. Θα πρέπει να διδάξει τους γονείς του τώρα, για να βελτιώσει το επόμενο σώμα του. Και θα πρέπει να μεταβιβάσει τέτοιαν ένταση συνειδητότητας και συγκίνησης στη στιγμή της ίδιας του της σύλληψης ώστε αυτή να μεταδοθεί στους γονείς του.

Αυτή η μυστηριώδης ιδέα αναφέρεται με την παρακάτω διατύπωση στη Θιβετανική Βίβλο των Νεκρών:
“… κατεύθυνε την επιθυμία σου και μπες μέσα στην μήτρα. Ταυτόχρονα, ρίξε τα κύματα – δώρα σου (της χάρης ή της καλής προαίρεσης) επάνω στη μήτρα που μέσα της μπαίνεις (μεταμορφώνοντάς την έτσι) σε ουράνιο παλάτι.”


Ο ανώτερος άνθρωπος δεν μπορεί να περιμένει. Πρέπει να βελτιώσει την ίδια του την κληρονομικότητα, να ρυθμίσει την ίδια του τη γέννηση.

Στους ανθρώπους που δεν είναι ούτε άγιοι, ούτε εγκληματίες, παρατηρούμε, αντίθετα, μόνον μια βαθμιαία και ίσως αδιόρατη αλλαγή από τη μια ζωή στην άλλη – είτε όταν κάποιο γνώρισμα τείνει να καταπιεί όλα τα άλλα, είτε, αντίθετα με την βαθμιαία κλίση προς την αρμονία και την ισορροπία του συνόλου. Αυτή είναι η αιώνια επαναστροφή που περιγράφει ο Νίτσε και την οποία επικαλείται ο Ουσπένσκυ στο μυθιστόρημά του «Η παράξενη ζωή του Ιβάν Οσοκίν.»

Αλλά για πόσες ζωές είναι δυνατό να περιμένει κανείς ότι θα ισχύουν αυτές οι αδιόρατες αλλαγές; Όπως γνωρίζουμε από τα εγγράμματα της κάθε ζωτικής διεργασίας, τίποτα στη φύση δεν ακολουθεί για πάντα μια ευθεία κλίση. Αργά ή γρήγορα καμπυλώνεται ή προς τα επάνω ή προς τα κάτω. Πόσο υπομονετική είναι η φύση στην περίπτωση του ανθρώπου; Πόσες ζωές θα μπορεί να ζήσει πριν από τον τελικό απολογισμό, από την κρίση των κρίσεων; Ακόμα και εδώ, οι παλαιοί θρύλοι δεν μας αφήνουν χωρίς νύξεις:

“Τώρα, στο ίδιο μέρος από το οποίο έρχεται η κάθε ψυχή (έτσι αναφέρεται στον μύθο του Φαίδρου), δεν ξαναγυρίζει παρά μόνο αφού συμπληρωθούν δέκα χιλιάδες χρόνια. Γιατί νωρίτερα καμμιά ψυχή δεν αποκτά φτερά, εκτός από την ψυχή εκείνου που αναζητά χωρίς δόλο την Αληθινή Σοφία ή που έχει αγαπήσει τον Σύντροφό του με τα δεσμά της Σοφίας. Αν οι ψυχές λοιπόν αυτών των ανθρώπων, αφού τελειώσει ο τρίτος κύκλος από χίλια χρόνια, διαλέξουν αυτή τη ζωή τρεις φορές στη σειρά, αποκτούν φτερά και τότε αποχωρούν πραγματικά.”

Τι μπορεί να σημαίνουν τα παραπάνω; Δέκα χιλιάδες χρόνια, σύμφωνα με τους υπολογισμούς που αναφέραμε ειδικά στον παράλληλο μύθο του Ηρός, είναι εκατό ζωές. Ένας τέτοιος υπολογισμός ίσως να περνούσε απαρατήρητος αν δεν μας θύμιζε εκπληκτικά τις εκατό οκτώ χάντρες στο περιδέραιο του Βούδα, που η κάθε μια τους συμβολίζει και μιαν ενσάρκωση.
Οπωσδήποτε, το απόσπασμα μοιάζει να υπαινίσσεται μια πάρα πολύ μεγάλη περίοδο για τη μάζα της ανθρωπότητας. Η περίοδος αυτή θα μπορούσε ίσως να υπολογιστεί σε έναν αιώνα από ζωές. Στη διάρκεια αυτού του αιώνα, η αργή παλίρροια που επηρεάζει το σύνολο της ανθρωπότητας, θα μπορούσε είτε να είχε επιτελέσει το έργο της είτε όχι. Σε αυτή την κλίμακα, η βελτίωση δεν έχει τίποτα το προσωπικό. Θα έλεγε κανείς ότι δίνεται στον άνθρωπο η ευκαιρία να πάρει μέρος σε κάποια γενική και αδιόρατη άνοδο στον ρυθμό των διεργασιών που ισχύουν για ολόκληρη τη φύση.

Ταυτόχρονα, υπάρχει το όραμα ενός πιο σύντομου δρόμου, θα λέγαμε, «για εκείνους που αναζητούν την Αληθινή Σοφία χωρίς δόλο.» Φαίνεται ότι στους ανθρώπους με συμπληρωμένο το ένα τρίτο των συνολικών βίων που τους έχουν χορηγηθεί δίνεται μια διαφορετική ευκαιρία. Μπορεί να τους δοθεί η ευκαιρία να έρθουν σε επαφή με έναν διδάσκαλο ή με μια σχολή κι έτσι να μάθουν το μυστικό της αναγέννησης. Με ειδική γνώση, ακριβή καθοδήγηση, εντατική εσωτερική εργασία και με τύχη, ίσως μπορέσουν να ανέβουν άμεσα, να ξεφύγουν από τον κύκλο των γεννήσεων και των θανάτων. Αυτή τη δυνατότητα απεικονίζουν οι Ρωσσικές εικόνες της Δευτέρας Παρουσίας, όπου μερικοί μοναχοί, που ξέφυγαν από την γενική Κρίση, πετούν κάθετα στο δεξί περιθώριο ίσια προς τον ουρανό.

Αλλά ο χρόνος όσων έχουν μάθει αυτό το μυστικό, μετριέται αμέσως με διαφορετικό μέτρο. Ο άνθρωπος δεν έχει πια μπροστά του ολόκληρες εικοσάδες βίων. Του δίνεται μια ειδική ευκαιρία, αλλά θα πρέπει να την αξιοποιήσει πολύ γρήγορα. Θα πρέπει να φτάσει σε ένα καθορισμένο επίπεδο σε πολύ λίγες ζωές. «Αν οι ψυχές αυτών των ανθρώπων…. διάλεξαν αυτή τη ζωή τρεις φορές στη σειρά, αποκτούν φτερά και τότε αποχωρούν πραγματικά.»

Τι παράξενο, αλήθεια, να συναντήσουμε αυτή τη συναρπαστική και τρομερή ιδέα, με την ίδια ακριβώς αντήχηση εικοσιπέντε αιώνες αργότερα, στη δική μας σκεπτικιστική εποχή! Στο βιβλίο του Ουσπένσκυ «Η παράξενη Ζωή του Ιβάν Οσοκίν» ο ήρωας φτάνει επιτέλους στο σημείο να δει με τραγική καθαρότητα τον αδιάκοπα επαναλαμβανόμενο κύκλο της ίδιας του της ζωής. Συναντά έναν μάγο που του εξηγεί κάτι περισσότερο. Αλλά επάνω στην έξαψή του που έμαθε κάτι παραπάνω, ούτε καν άκουσε τι πρόσθεσε ο μάγος:

«Ο άνθρωπος που έχει αρχίσει να μαντεύει το μεγάλο μυστικό, θα πρέπει να το χρησιμοποιήσει, διαφορετικά αυτό θα στραφεί ενάντιά του. Δεν είναι ένα ασφαλές μυστικό. Όταν κανείς το συνειδητοποιήσει, θα πρέπει να συνεχίσει, διαφορετικά θα βουλιάξει. Όταν ένας βρει το μυστικό ή ακούσει γι αυτό, δεν του μένουν παρά μόνον δυο ή τρεις, οπωσδήποτε, πολύ λίγες ζωές ακόμα.»



ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ



Lisa Gerrard - Eternity




Παρασκευή 12 Ιουλίου 2013

Η Θεωρία της Αιώνιας Ζωής (μέρος Β')




·    Στο πέμπτο κεφάλαιο  (το είναι του ανθρώπου στους αόρατους κόσμους) ο συγγραφέας μας αναφέρει περιληπτικά τα εξής:


Οι δυνάμεις και το είναι του ανθρώπου είναι δυο εντελώς διαφορετικά πράγματα.

Το πώς χρησιμοποιεί κανείς τις δυνάμεις του εξαρτάται από το είναι του.

Το είναι του μετριέται από τις επιθυμίες του, από το τι θέλει.

Η μετάβαση σε μια νέα κατάσταση δεν συνεπάγεται αλλαγή του είναι. Αντίθετα, τότε φανερώνεται το αληθινό είναι του ανθρώπου.

Με το θάνατο, ο άνθρωπος βιώνει μια αλλαγή κατάστασης.
Αυτή η λεπτότερη κατάσταση της ύλης θα πρέπει να προκαλεί, στον απροετοίμαστο άνθρωπο, απώλεια συνείδησης, κάτι σαν λιποθυμία. Η κατάσταση παρομοιάζεται με την περίπτωση εντός ανθρώπου, ο οποίος είναι κλειδωμένος μέσα σε ένα κελί και ξαφνικά οδηγείται έξω στο λαμπερό φως. Κάτι τέτοιο θα τον έκανε να τυφλωθεί ή να λιποθυμήσει.

Όσο πιο γρήγορα όμως ανακτήσει τη συνείδησή του, τόσο περισσότερα θα μπορέσει να καταλάβει και να βιώσει. Για τον συνηθισμένο άνθρωπο όμως αυτό που θα συμβαίνει είναι το να προσπαθήσει να προσανατολίσει τον εαυτό του και να στραφεί για στήριγμα.

Όπως αναφέρει  η Θιβετανική Βίβλος των Νεκρών:
 «Βρισκόσουν σε λιποθυμική κατάσταση τις τελευταίες τρισήμισυ μέρες. Μόλις συνέλθεις από τη λιποθυμία, θα σκεφτείς: «Τι συνέβηκε; Γιατί εκείνη τη στιγμή όλα τα φαινόμενα του σύμπαντος θα βρίσκονται σε επανάσταση.»


Μπορούμε να φανταστούμε τις αντιδράσεις του συνηθισμένου ανθρώπου καθώς μπαίνει στον μοριακό κόσμο. Προφανώς το πρώτο που θα κάνει θα είναι να αναρωτηθεί τι του έχει συμβεί. Η αντίδραση σε αυτό θα εξαρτηθεί από τη στάση που είχε για τον εαυτό του όσο ζούσε. Αν για παράδειγμα, (η ατομικότητά του ήταν ταυτισμένη με το σώμα του) η ιδέα που είχε για τον εαυτό του ήταν μόνο το σώμα του και οι αισθήσεις του, η αίσθηση της στέρησης του σώματός του θα του προκαλούσε τον τρόμο. Το πέρασμά του στον μοριακό κόσμο θα του έδινε όμως τις δυνατότητες που έχουμε αναφέρει. Θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί τις νέες δυνάμεις και ευκαιρίες της νέας αντίληψης που θα του πρόσφερε ο νέος αυτός κόσμος. Όμως εκείνος, λόγω της φρίκης του, το πιο πιθανό είναι πως θα αναλωνόταν στο να προσπαθεί να πάρει ένα σχήμα που να μοιάζει στο παλιό υλικό του σώμα. Θα θυσίαζε λοιπόν όλες τις νέες δυνατότητες διαφορετικής κατανόησης που θα του πρόσφερε ο μοριακός κόσμος.

Επίσης, καθώς όπως είπαμε, η μετάβαση σε μια νέα κατάσταση δεν συνεπάγεται αλλαγή του είναι, οι επιθυμίες που τον βασάνιζαν όταν ήταν στον υλικό κόσμο, θα συνεχίσουν να τον βασανίζουν και εκεί.

Διαβάζουμε πάλι στη Θιβετανική Βίβλο των Νεκρών:
 «Μην το φοβάσαι αυτό. Μην τρομάζεις. Μην πανικοβάλλεσαι. Κατάλαβε ότι είναι η ενσάρκωση της ίδιας σου της σκέψης.»


Εδώ περιγράφεται πως στον άϋλο κόσμο, ο άνθρωπος θα βρίσκεται εντελώς μέσα σε ονειρικές καταστάσεις, σε συνθήκες δημιουργημένες από τη φαντασία του. Και φυσικά όλες αυτές οι συνθήκες θα έχουν σχέση με τις εμπειρίες, του φόβους τους πόθους και τις προσκολλήσεις του όσο ζούσε.

Ο μη προσκολλημένος υλικά άνθρωπος όμως, αυτός που είχε επιθυμία για γνώση, θα μπορούσε σε αυτή την κατάσταση να κατανοήσει με άμεση αντίληψη τη λειτουργία των φυσικών νόμων. Θα μπορούσε να αντιληφθεί τη φύση των πραγμάτων άμεσα, με τη διείσδυση και όχι με την εξωτερική αντίληψη.






·       Στο έκτο κεφάλαιο  (ο χρόνος στους αόρατους κόσμους) ο συγγραφέας μας αναφέρει περιληπτικά τα εξής:


Όπως είπαμε, η συνηθισμένη ιδέα που έχουμε για το χρόνο είναι ότι αυτός κυλάει προς μια κατεύθυνση, με μια φορά. Βάση όμως των συμπερασμάτων για τους αόρατους κόσμους, φαίνεται ότι ο χρόνος μπορεί να έχει μια ανάστροφη ροή.


Ο συγγραφέας επιστρέφει στο όραμα του Ηρός, ο οποίος «είδες τις σπείρες του πλανητικού χρόνου να κινούνται σε αντίθετες κατευθύνσεις, η Μοίρα του παρόντος να τις στρέφει σε μια κατεύθυνση, η Μοίρα του μέλλοντος στην αντίθετη και η Μοίρα του παρελθόντος πότε στη μία και πότε στην άλλη.»

Ο συγγραφέας συμπεραίνει ότι «η μία σειρά από σπείρες φαίνεται πως μεταφέρει τους ανθρώπους προς τα εμπρός, με μέσο την γηϊνη σταδιοδρομία τους και η άλλη μεταφέρει αόρατα προς τα πίσω, στο σημείο εκκίνησής τους».


Η ίδια ιδέα αναπτύσσεται και σε έναν ακόμη μύθο του Πλάτωνα. Στον μύθο από τον «Πολιτικό» αναφέρονται τα εξής:
«Αυτόν τον κόσμο, για ένα χρονικό διάστημα, ο ίδιος ο Θεός τον βοήθησε να κατευθύνει και να ωθεί την κυκλική κίνησή του. Και ύστερα, όταν οι δοσμένοι χρονικοί κύκλοι του συμπλήρωσαν το μέτρο τους, τον εγκατέλειψε. Τότε άρχισε να στρέφεται στην αντίθετη κατεύθυνση μόνος του, όντας ένα ζωντανό πλάσμα με κατανόηση παρμένη απ’ Αυτόν που τον δημιούργησε αρχικά.»


Επομένως, εδώ αναπτύσσεται η ιδέα ότι ο χρόνος κινείται, πότε προς τα πίσω και πότε προς τα εμπρός, σε σχέση με τους διαφορετικούς αιώνες του μεγαλόκοσμου της γης. Αυτή η αρχή όμως, θα έχει εφαρμογή και στον μικρόκοσμο του ανθρώπου.
Κάτι τέτοιο όμως ανατρέπει την συνολική αντίληψή μας για τον χρόνο, την αιτία και το αποτέλεσμα, το καλό και το κακό και τόσα άλλα.

Έχοντας λοιπόν σαν βάση ότι η φύση του χρόνου στον αόρατο κόσμο είναι αυτού του είδους, ο συγγραφέας εξετάζει τις συνέπειες του χρόνου που κυλάει προς τα πίσω.

Ό,τι προηγείται το θεωρούμε αιτία, ό,τι ακολουθεί, το παίρνουμε σαν αποτέλεσμα. Αλλά αν αντιστρεφόταν ο χρόνος, τότε το αποτέλεσμα θα γινόταν αιτία και η αιτία αποτέλεσμα.

Επομένως εμείς οι ίδιοι δημιουργούμε το είδος του κόσμου μέσα στον οποίο ζούμε.


Και συνεχίζει :
«Τι σημαίνουν όλα αυτά; Σημαίνουν ότι το σύμπαν είναι ενιαίο και ότι κάθε μέρος του εξαρτάται από όλα τα άλλα μέρη του, κάθε φαινόμενο συνδέεται με όλα τα άλλα φαινόμενα, τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει χωρίς να αλλάξει το σύνολο. Αυτή ακριβώς η γνώση δημιουργεί στους μεγάλους σωτήρες της ανθρωπότητας, στους ανώτερους ανθρώπους, την αίσθηση ότι είναι υπεύθυνοι για όλο το κακό και για όλο τον πόνο που υπάρχει στον κόσμο. Ιδωμένοι από μια κατεύθυνση του χρόνου αυτοί οι άνθρωποι παίρνουν επάνω τους ή αφομοιώνουν τεράστιες ποσότητες ανθρώπινου πόνου και άγνοιας. Μόνον αυτοί αντιλαμβάνονται την άλλη κατεύθυνση. Σε αυτή την αντίληψη, που ανήκει στον αόρατο κόσμο, ξέρουν ότι τόσο οι ίδιοι όσο και ο τεράστιος ωκεανός του πόνου είναι αδιαχώριστοι. Ξέρουν ότι είναι υπεύθυνοι για ό,τι υπήρξε πριν από αυτούς. Ξέρουν ότι οι ίδιοι, σαν άτομα, ποτέ δεν θα βρουν μόνιμη ικανοποίηση, μέχρις ότου ολόκληρο το επίπεδο της ανθρωπότητας ανυψωθεί, μέχρις ότου ολόκληρο το επίπεδο της ανθρωπότητας αναγεννηθεί τόσο στο παρελθόν όσο και στο μέλλον.»

Άλλα παράξενα χαρακτηριστικά του αντεστραμμένου χρόνου:

Όλα τα πλάσματα θα ακτινοβολούσαν από μέσα τους το φως αντί να το δέχονται απ’έξω. Θα έβγαινε ενέργεια και θερμότητα η οποία θα συγχωνευόταν και θα συνιστούσε ηλιακή ακτινοβολία. Όπως η ζωή μας ξεκινά από τον ήλιο, έτσι και στον αντίστροφο χρόνο θα επέστρεφε σε αυτόν.

Αυτή λοιπόν θα ήταν η φύση του χρόνου στον μοριακό κόσμο. Όμως υπάρχει και ο ηλεκτρονιακός κόσμος, στον οποίο ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι ο χρόνος θα υφίσταται χωρίς ροή. Δεν θα υπάρχει κίνηση του χρόνου ούτε προς τα μπρος, ούτε προς τα πίσω. Δεν θα υπάρχει ούτε αιτία ούτε αποτέλεσμα. Όλα θα είναι ταυτόχρονα ένα.






·   Στο έβδομο κεφάλαιο  (πετροποίηση στον ορυκτό κόσμο) ο συγγραφέας μας αναφέρει περιληπτικά τα εξής:



 Τα παλιά κείμενα που εξετάζει (Αιγυπτιακά, Ελληνικά, Θιβετανικά, Ζωροαστρικά κτλ) έχουν την ίδια άποψη ως προς την ύπαρξη ενός πραγματικού τόπου τιμωρίας, ο οποίος όμως είναι κάτι διαφορετικό από τον υποκειμενικό τρόμο που προκαλεί ο ίδιος ο νους, με την έξοδο από τον υλικό-κυτταρικό κόσμο.

Σύμφωνα με τα κείμενα αυτά, αυτός ο πόνος που νιώθει η ψυχή πριν την κρίση, είναι ένα είδος καθαρτηρίου και υποτίθεται ότι μπορεί να επηρεάσει την κρίση προς το καλύτερο. Ενώ η κόλαση, είναι ένα πραγματικό μέρος, ένα κοσμικό κρεματόριο, θα λέγαμε. Η εξήγηση που δίνει ο συγγραφέας είναι πως όπως ακριβώς σε κάθε σπίτι και σε κάθε πόλη υπάρχει κάποιος μηχανισμός για τα απορρίμματα, τα οποία θα μόλυναν το σύνολο, έτσι και στον κόσμο των ανθρώπινων ψυχών θα πρέπει να υπάρχει κάποιος τέτοιος μηχανισμός.

Υποθέτει λοιπόν ότι υπάρχει η δυνατότητα του «θανάτου» της ψυχής. Αφού όμως τίποτα δεν χάνεται στο σύμπαν, αν μια ψυχή πάψει να γεννιέται «εδώ» τότε θα πρέπει να γεννιέται κάπου αλλού. Ίσως λοιπόν είναι μια κατώτερη περιοχή από αυτή της οργανικής ζωής. Και εκεί, πέφτει η ψυχή έξω από τους κύκλους της δυνητικής εξέλιξης.

Σε αυτό το σημείο ανακαλεί και πάλι τον μύθο του Ηρός, όπου ο ήρωας βλέπει «τις ψυχές να φεύγουν, άλλες μέσα από ένα από τα Στόμια του Ουρανού και άλλες μέσα από ένα από τα Στόμια της Γης, αφού είχαν κριθεί.» Έπειτα, καθώς παρακολουθεί τη συζήτηση των ψυχών, μαθαίνει ότι «η τιμή της κακής πράξης πληρώνεται στο δεκαπλάσιο.»

Εδώ, μας αναφέρει ο Κόλλιν, υπάρχει ένα κλειδί. Στην κόλαση, τα πάντα διαρκούν δέκα φορές περισσότερο, δηλαδή υπάρχει ένας πολύ αργός χρόνος. Είναι επίσης σε πολύ πιο ακραία πυκνότητα (ακριβώς το αντίθετο από την κατάσταση που περιγράφθηκε στον μοριακό και ηλεκτρονιακό κόσμο).
Έχοντας στο νου αυτή τη κατάσταση του πολύ βραδυκίνητου χρόνου, προχωράει στο συμπερασμα ότι αυτές οι ψυχές, ομοιάζουν με την ορυκτή φύση, καθώς αυτού του είδους η ύλη είναι αυτή που διαρκεί περισσότερο από δυο ή τρεις αιώνες. Έτσι, φανταζόμαστε αυτές τις ψυχές να έχουν πετροποιηθεί, απολιθωθεί…






Μάλιστα, οι περιγραφές της κόλασης είναι γεμάτες από τέτοιες ορυκτές και μεταλλικές εκφράσεις, όπως επίσης οι περιγραφές του παραδείσου βρίθουν από εικόνες αέρινες. Για παράδειγμα φέρνει πάλι την Θιβετανική Βίβλο αλλά και την Κόλαση του Δάντη.
Έτσι, επίσης γίνεται κατανοητό γιατί όλες οι περιγραφές της κόλασης την τοποθετούν στον κάτω κόσμο, μέσα στη γη. (βλ. Ινδουιστική Ναράκα, Βαβυλωνιακή Αραλού, Τάρταρα των Ελλήνων, Αιγυπτιακή Αμέντερ).

«Γιατί, όπως είδαμε αλλού, τα υπόγεια στρώματα της γης αντιπροσωπεύουν το βασίλειο των ορυκτών (τη λιθόσφαιρα) και το βασίλειο των μετάλλων (τη βαρύσφαιρα), καλύπτοντας έναν άγνωστο πυρήνα ασύλληπτης πυκνότητας και αδράνειας. Η κάθοδος στο κέντρο της γης, όπως γνωρίζει η επιστήμη, είναι μια κάθοδος σε όλο και μεγαλύτερη πυκνότητα. Αυτή είναι πραγματικά η αρχή που εκφράζει ο Δάντης στην περιγραφή της Κόλασης. Τοποθετώντας την στο εσωτερικό της γης, την απεικόνισε με ομόκεντρες σφαίρες από αυξανόμενη πυκνότητα που οδηγούν «Προς το κέντρο, που στον πυρήνα του συνενώνει «όλη τη βαριά ουσία… αυτός ο πυρήνας προς τον οποίο από κάθε μέρος διοχετεύεται όλη η βαριά ουσία.»

Όμως το κέντρο της γης δεν είναι μόνο η περιοχή της πιο μεγάλης πυκνότητας, αλλά και η πιο απομακρυσμένη από τον ήλιο, την πηγή της ζωής. Αυτή η απουσία του φωτός, υποδηλώνει την πεθαμένη συναισθηματική πλευρά.

Έτσι λοιπόν, καταλήγει ο Κόλλιν, «η κάθοδος στην κόλαση είναι ένα παλινδρομικό ταξίδι μέσα από την εξέλιξη. Ένα βύθισμα όλο και σε μεγαλύτερη πυκνότητα, σκοτεινιά, ακαμψία και ασύλληπτη στασιμότητα χρόνου.»
Και σκοπός της είναι να επαναφέρει τα ελαττωματικά ψυχικά προϊόντα στην αρχική τους κατάσταση της υγιούς πρώτης ύλης, για να μπορέσουν στον κατάλληλο χρόνο να ξαναχρησιμοποιηθούν.










Τετάρτη 10 Ιουλίου 2013

Η Θεωρία της Αιώνιας Ζωής (μέρος Α')





Το βιβλίο του Rodney Collin, «Η θεωρία της αιώνιας ζωής» είναι ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο, αυτό δεν μπορεί να το αρνηθεί κανείς. Σκέφτηκα να κάνω μια περίληψη του βιβλίου, το οποίο μάλιστα το είχε μεταφράσει η Σοφία Άντζακα στα ελληνικά.

Παραθέτω εδώ ένα απόσπασμα από τον πρόλογό της στο βιβλίο:

«Ο Ρόντνευ Κόλλιν είχε δεχθεί τα νάματα της διδασκαλίας των Γκουρτζίεφ – Ουσπένσκυ, αλλά σ’αυτό το βιβλίο χειρίζεται τις βασικές αρχές με έναν τρόπο τόσο πρωτότυπο που δεν θυμίζει και πολύ την πηγή από όπου άντλησε. Τα όσα έχει να πει είναι συγκλονιστικά επειδή θίγουν με τρόπο ανεπανάληπτο το καίριο θέμα του θανάτου.
Η πρωτοτυπία του έγκειται στο ότι τοποθετεί σε επιστημονική βάση όχι μόνο αυτά που πήρε από το δάσκαλό του, αλλά και όσα συγκέντρωσε από την αρχαία σοφία της Ανατολής και της Δύσης. Έτσι διατυπωμένα και φωτισμένα με το φως της σύγχρονης επιστημονικής γνώσης, αφήνουν βαθιά ίχνη στον νου του αναγνώστη.
Για όσους είναι εξοικειωμένοι με το έργο του Ουσπένσκυ «Αναζητώντας τον Κόσμο του Θαυμαστού» και με το βιβλίο του Μπέννετ «Πνευματική Ψυχολογία», η συμβολή του Κόλλιν θα αποδειχθεί κάτι παραπάνω από πολύτιμη αφού, όπως είπαμε, φέρνει στο προσκήνιο το ζωτικό θέμα του θανάτου και της μεταθανάτιας επιβίωσης που οι παραπάνω συγγραφείς ελάχιστα το θίγουν.»





·  Στο πρώτο κεφάλαιο (η ζωή ανάμεσα στη γέννηση και στο θάνατο) ο συγγραφέας μας αναφέρει περιληπτικά τα εξής:


Η γέννηση δεν είναι η αρχή για τον άνθρωπο, καθώς η ατομική σταδιοδρομία του αρχίζει από τη στιγμή της σύλληψης.

Στη συνέχεια ο συγγραφέας μας περιγράφει τη διαδικασία σχηματισμού του υλικού οχήματος ή οργανικού σώματος, της προσωπικότητας και της ψυχής του ανθρώπου.

Προχωράει στην ανάλυση του θέματος της επιβράδυνσης του χρόνου, λόγω της φύσης της κυτταρικής ζωής. Το συμπέρασμά του είναι ότι η ζωή κινείται όλο και πιο αργά καθώς προχωράει από τη σύλληψη στο θάνατο. Επίσης, ότι η ταχύτερη εμπειρία που μπορεί να νιώσει ένας άνθρωπος μέσα σε ένα υλικό σώμα είναι κατά τη στιγμή της σύλληψης.

Βάση της λογαριθμικής κλίμακας «χωρίζει» τη ζωή του ανθρώπου σε εννέα μέρη, στα οποία εμφανίζονται συγκεκριμένες λειτουργίες.
Στο σημείο 9 της λογαριθμικής κλίμακας, που ισοδυναμεί στα εβδομήντα πέντε ή εβδομήντα έξι χρόνια, η φύση βάζει σε λειτουργία μέσα στον άνθρωπο μια ενέργεια τόσο έντονη, ώστε το κυτταρικό σώμα δεν μπορεί να αντέξει και αφήνεται στη διάλυση (θάνατος).

Αυτή η υπέρτατη ενέργεια, αν και καταστρέφει το υλικό ή οργανικό σώμα του ανθρώπου, εντούτοις συνδέει το θάνατο και τη σύλληψη. Η στιγμή του θανάτου είναι ταυτόσημη με τη στιγμή της σύλληψης. Η αίσθηση του ανθρώπου για το χρόνο, έχει την πηγή της στη φυσιολογία του σώματός μας. Τη στιγμή του θανάτου όμως, μπαίνουμε στο άχρονο (κατάσταση όπου όλα τα σημεία μέσα στο χρόνο είναι το ίδιο προσιτά). Οπότε, τόσο η σύλληψη όσο και ο θάνατος συνδέονται έξω από το χρόνο με την θεία ένταση της ενέργειας που παρεμβαίνει.


Δυστυχώς όμως, η συνείδηση του κοινού ανθρώπου δεν μπορεί να περάσει πέρα από τον μονωτή του θανάτου. Οπότε η μνήμη του δεν μπορεί να τον ενημερώσει για το τι βρίσκεται πέρα από αυτόν, είτε προς τα εμπρός είτε προς τα πίσω. 






·   Στο δεύτερο κεφάλαιο (οι ζωές ανάμεσα στον θάνατο και τη γέννηση) ο συγγραφέας μας αναφέρει περιληπτικά τα εξής:


Η στιγμή του θανάτου και της σύλληψης συνδέεται με την ιδέα της Κρίσης.
Η Kρίση ή ο καθορισμός της μελλοντικής κατάστασης είναι ένα ακριβές μαθηματικό αποτέλεσμα των αιτιών που δημιουργήθηκαν στην παλιά ζωή.

Διάφορες διδασκαλίες περιλαμβάνουν αυτή την ιδέα. Ένα παράδειγμα είναι ο μύθος του Ηρός του Πλάτωνα (σημ. βρίσκεται στην «Πολιτεία»),

 «ο οποίος θεωρήθηκε νεκρός στη μάχη και ύστερα από δώδεκα μέρες, όταν βρισκόταν κιόλας στην νεκρική πυρά, ξανάρθε στη ζωή, περιγράφει πως οι ψυχές των ανθρώπων ξεκινούν για ένα μεγάλο ταξίδι και κατασκηνώνουν τελικά σ’έναν αγρό ανάμεσα στα στόμια του ουρανού και της κόλασης. Εδώ, αφού παρακολουθήσουν το ανέβασμα και το γκρέμισμα των ψυχών σύμφωνα με τις πράξεις τους, βλέπουν σε όραμα τις Τρεις Μοίρες – τη Μοίρα του παρελθόντος, την Μοίρα του παρόντος και τη Μοίρα του μέλλοντος. Από την ποδιά της Λάχεσης, της Μοίρας του παρελθόντος, πέφτουν κάτω αμέτρητα πρότυπα βίων που οι ψυχές διαλέγουν ανάλογα με τη φύση και τις επιθυμίες τους – αλλά πιο συχνά σύμφωνα με τις συνήθειες της προηγούμενης ζωής τους.
Εδώ εισάγεται  η ιδέα ότι κάτι θα μπορούσε να αλλάξει την στιγμή της Κρίσης. Αν ένας άνθρωπος μπορέσει να φτάσει εκεί με πλήρη γνώση του τι υπήρξε και του τι θέλει να είναι, θα μπορούσε να εκλέξει. Το κακό είναι ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν μπορούν να διανοηθούν μια διαφορετική ζωή, γι αυτό αναγκαστικά διαλέγουν ό,τι τους είναι γνωστό. Επομένως, γι αυτούς δεν υπάρχει στην ουσία εκλογή».






Ακόμα, όπως αναφέρει  η Θιβετανική Βίβλος των Νεκρών:

«ο ασώματος νεκρός περνάει τρεισήμισι μέρες σε λιποθυμική κατάσταση, για να αναδυθεί σε υπέρτατη ευδαιμονία για μιαν ώρα, ύστερα από την οποία κατεβαίνει βαθμιαία μέσα από τους αόρατους κόσμους ώσπου – σε κάποια στιγμή μετά την δέκατη όγδοη μέρα – φθάνει στην κρίση και στην ίδια την είσοδο της μήτρας από την οποία θα γεννηθεί ξανά. Όλη η ιεραρχία των Θεών είναι παρούσα σ’αυτή την κρίση, στην οποία ο τελικός μάρτυρας είναι ο καθρέφτης του κάρμα ή το παρελθόν της ίδιας της ψυχής.
Ωστόσο, η Θιβετανική Βίβλος των Νεκρών μιλάει ανοιχτά για εκείνο που όλες οι άλλες εκδοχές υπαινίσσονται, ότι δηλαδή η Κρίση είναι η απόδοση στον ασώματο εαυτό ενός νέου σώματος ανάλογου με το ιστορικό του. Μέχρι τη στιγμή της Κρίσης, η ψυχή πάντα ελπίζει ότι θα μπορέσει να βελτιώσει τη μελλοντική της μοίρα με κάποια τελική πράξη λατρείας ή κατανόησης. Αλλά μια και γίνει η Κρίση, ποτέ δεν αντιστρέφεται και ο εαυτός, προικισμένος τώρα με το νέο όχημά του, πρέπει να περάσει από ολόκληρο τον κύκλο της σωματικής ζωής, προτού ξαναβρεθεί μπροστά στο δικαστήριο και στην ίδια ευκαιρία».

Οι διάφορες περιγραφές αυτών των διδασκαλιών ταιριάζουν επίσης μεταξύ τους στο ότι ανάμεσα στον Θάνατο και την Κρίση υπάρχει ένα διάλειμμα (το οποίο μάλιστα μπορεί να υπολογιστεί επακριβώς) κατά το οποίο ο εαυτός είναι ασώματος και έτσι μπορεί να αντιληφθεί τα διάφορα μέρη του κόσμου τα οποία, όσο είχε σώμα του ήταν απροσπέλαστα.

Όπως αναφέρει ο Κόλλιν, «είναι το αόρατο και άπειρο διάλειμμα ανάμεσα σε δυο ταυτόσημα σημεία. Ο θάνατος και η σύλληψη είναι ένα. Κι όμως, ανάμεσά τους βρίσκεται μια ολόκληρη ύπαρξη. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο σε μιαν άλλη διάσταση.»




Η ταχύτερη εμπειρία που μπορεί να νιώσει ένας άνθρωπος μέσα σε ένα υλικό σώμα είναι κατά τη στιγμή της σύλληψης, όπως αναφέρθηκε πρωτύτερα. 
Αυτή η ταχύτητα είναι παρόμοια με την ταχύτητα της μοριακής ενέργειας. Αυτή είναι η φύση της εμπειρίας στον αόρατο κόσμο.

Στη συνέχεια ο συγγραφέας προχωράει και σε συμπεράσματα σχετικά με τον υπολογισμό των υποδιαιρέσεων του χρόνου στους 3 κόσμους-κύκλους (κυτταρικό, μοριακό, ηλεκτρονιακό).

Ο ηλεκτρονιακός κόσμος βρίσκεται στην τρίτη διάσταση του χρόνου, όπου πραγματοποιούνται όλες οι δυνατότητες.
Στο τελικό σημείο αυτού του κύκλου τα πάντα είναι ένα δισεκατομμύρια φορές ταχύτερα και λεπτότερα από ότι στον κόσμο του υλικού σώματος. Επομένως ο ετοιμοθάνατος βλέπει ολόκληρη τη ζωή του σαν ένα στίγμα.
Μια πλευρά των ανώτερων κόσμων είναι ότι σε αυτούς τα πράγματα βιώνονται ή γνωστοποιούνται σε πιο σύντομο χρόνο.

Το χαρακτηριστικό γνώρισμα του λογικού νου είναι ότι βιώνει ένα πράγμα κάθε φορά (τα γεγονότα μπορούν μόνο διαδοχικά να περάσουν από μέσα του). Επομένως, καθώς μεταβαίνει στην επόμενη εμπειρία, δεν μπορεί να διατηρήσει την προηγούμενη πείρα ή γνώση. Άρα, ο άνθρωπος του λογικού νου, αναγκαστικά θα ξεχνά.




Αν όλα αυτά που γνωρίζει (η πείρα του) μπορούσαν να συμπιεστούν σε συντομότερο χρόνο, λιγότερα πράγματα θα έπεφταν στη λήθη και «θα έρχονταν στο προσκήνιο αμέτρητες συνδέσεις αιτίας και αποτελέσματος καθώς και σχέδια κοσμικών επιδράσεων»

«Το ατομικό κάρμα συμπιέζεται υπερβολικά και τότε γίνεται ορατό μέσα από τους φακούς των πεποιθήσεων, έτσι ώστε ό,τι καλό και κακό υπάρχει μέσα στον άνθρωπο, στον ένα εμφανίζεται σαν μια συγκέντρωση αγγέλων και διαβόλων, σ’έναν άλλο σαν μαθηματικοί νόμοι που γίνονται ορατοί, σ’έναν τρίτο σαν ευεργετικές και τρομερές φυσικές δυνάμεις, σ’έναν τέταρτο σαν ζωντανά σύμβολα, σ’έναν πέμπτο σαν ένας εφιάλτης φόβων και φαντασμάτων.
Αυτή η σύλληψη, που βρίσκεται σε πολλές ερμηνείες της κόλασης και του ουρανού, μοιάζει να υποβάλει την ιδέα ότι η εκστατική ή η συγκλονιστική εμφάνιση των αόρατων κόσμων θα μπορούσε να εξηγηθεί απλώς σαν μια εξαιρετική συμπύκνωση της πείρας που αποκόμισε μια ψυχή στη διάρκεια μιας ζωής.»

Με λίγα λόγια, αυτή η συμπίεση του χρόνου σημαίνει ότι βιώνονται ταυτόχρονα και με μεγάλη δύναμη όλες οι εικόνες, οι συγκινήσεις, οι αντιλήψεις και τα συναισθήματα της ζωής.

Αν η ζωή ήταν γεμάτη από ευχάριστες συγκινήσεις, γνωριμίες, εντυπώσεις, η συμπίεση θα προκαλούσε μια εκστατική εμπειρία. Αν αντίθετα ήταν γεμάτη από βία, φόβο, μνησικακία, πρόκληση πόνου στους άλλους, το αποτέλεσμα της συμπίεσης θα ήταν μια εξαιρετικά τρομακτική εμπειρία. Αυτό ίσως είναι εκείνο που περιγράφεται στις διδασκαλίες ως άνοδος στον ουρανό και κάθοδος στην κόλαση. 









· Στο τρίτο κεφάλαιο (η ψυχή στον μοριακό κόσμο) ο συγγραφέας μας αναφέρει περιληπτικά τα εξής:


«Η ύλη σε μοριακή μορφή απολαμβάνει πολύ μεγαλύτερη ελευθερία από την ύλη σε κυτταρική μορφή. Οι ιδιότητες της ύλης σε μοριακή μορφή μπορούν να μελετηθούν καλά στα αρώματα και στις οσμές. Αυτή η ύλη έχει εξαιρετικές δυνάμεις διάρκειας, διείσδυσης και διάχυσης, χωρίς να αλλάζει τη δική της φύση.»

Η φύση της ψυχής μοιάζει με τη φύση του αρώματος. Είναι αεριώδης.

«Ας φανταστούμε τώρα την ανθρώπινη συνείδηση προικισμένη με τις ιδιότητες της μοριακής ύλης. Τότε, θα μπορούσε να κάνει πολλά από τα θαύματα που αποδίδονται στους μάγους. Για την ακρίβεια, θα είχε τις ιδιότητες που συχνά αποδίδονται στην ψυχή μετά τον θάνατο. Θα μπορούσε να είναι παρούσα σε πολλούς τόπους ταυτόχρονα, θα μπορούσε να περάσει μέσα από τοίχους, θα μπορούσε να πάρει διάφορα σχήματα, να μπει μέσα στους άλλους ανθρώπους, να νιώσει τι γίνεται στα διάφορα όργανά τους κ.ο.κ»

Εδώ λοιπόν γίνεται λόγος για ικανότητες κίνησης σε όλες τις κατευθύνσεις ταυτόχρονα, καθώς και  είσδυσης μέσα σε συμπαγή αντικείμενα. Ικανότητες δηλαδή, που στον υλικό-κυτταρικό κόσμο θεωρούνται υπερφυσικές.  




Ο άνθρωπος δεν μπορεί να απολαμβάνει τις ιδιότητες που ανήκουν στην μοριακή ύλη, γιατί η συνείδησή του είναι περιορισμένη μέσα στο υλικό / κυτταρικό σώμα.

Με το θάνατο όμως του υλικού σώματος, γεννιέται ένα νέο σώμα μοριακής ύλης. Αυτό απολαμβάνει την ελευθερία μιας άλλης διάστασης.


Όμως σε μια τέτοια συνείδηση, η φυλάκιση μέσα σε ένα υλικό σώμα, θα προκαλούσε τρόμο.




Σχετικά με αυτό το θέμα ο Κόλλιν αναφέρει το αρχαίο ερμητικό κείμενο «Κόρη Κόσμου» από το οποίο και το παρακάτω απόσπασμα:

«Τότε, το πρώτο που μάθαιναν οι ψυχές ήταν το ότι ήταν καταδικασμένες. Και θλιμμένη ήταν η όψη τους. Όταν πλησίαζε η στιγμή να φυλακιστούν στα σώματα, άλλες θρηνούσαν και στέναζαν. Μόνον αυτό και τίποτα άλλο. Άλλες, όμως, πάλευαν ενάντια στην καταδίκη τους, όπως τα ευγενικά ζώα όταν πιάνονται στις πανούργες παγίδες των σκληρών ανθρώπων και ξεριζώνονται από τη ζούγκλα, τον τόπο διαμονής τους, αγωνίζονται ενάντια σε εκείνους που τα έχουν αιχμαλωτίσει. Και μια άλλη στρίγγλιζε και, στρέφοντας συνεχώς τα μάτια της μια επάνω και μια κάτω, έλεγε: «Ω, συ, ουρανέ, πηγή του είναι μας και σεις λαμπερά αστέρια και ανέσπερο φως του ήλιου και της σελήνης. Και συ, αιθέρα και αέρα και άγια ζωογόνα πνοή Εκείνου που μόνος κυβερνάς, συ που μοιραζόσουν το σπίτι μας, τι σκληρό που είναι να μας ξεριζώνουν από πράγματα τόσο μεγάλα και μεγαλειώδη.
Όπου να ναι θα μας διώξουν από την άγια ατμόσφαιρα και από έναν τόπο κοντά στον θόλο του ουρανού και από την μακάρια ζωή που ζούμε εδώ και θα μας φυλακίσουν σε τόσο ταπεινές και ευτελείς κατοικίες… Τι μισητά πράγματα θα πρέπει να κάνουμε για να καλύψουμε τις ανάγκες αυτού του σώματος που θα πρέπει τόσο γρήγορα να πεθάνει! Τα μάτια μας θα έχουν λίγο χώρο για να προσλάβουν τα πράγματα. Θα βλέπουμε τα πράγματα μόνο με τη βοήθεια των ρευστών που περιέχουν οι βολβοί των ματιών. Και όταν θα βλέπουμε τον Ουρανό, τον ίδιο μας τον προπάτορα, συμπιεσμένο σε μια μικρή πυξίδα, ποτέ δεν θα βλέπουμε άμεσα. Γιατί, αλλοίμονο, θα έχουμε καταδικαστεί στο σκοτάδι. Και όταν θα ακούμε τους ανέμους, τους συγγενείς μας, να φυσούν στον αέρα, βαθειά θα λυπόμαστε που δεν θα αναπνέουμε μαζί με αυτούς. Επειδή, αντί να κατοικούμε σ’αυτόν εδώ τον υψηλό κόσμο, μας περιμένει η καρδιά ενός ανθρώπου, ένας χώρος τόσο μικρός. Οι δύσμοιροι εμείς! Σε τι φταίξαμε να αξίζουμε τέτοιες τιμωρίες;»





Ο Κόλλιν αναλύει το γεγονός ότι οι τρεις κόσμοι (κυτταρικός, μοριακός, ηλεκτρονιακός) συνυπάρχουν και ότι οι πιο λεπτοί κόσμοι διαπερνούν τους πιο χονδροειδείς. Με λίγα λόγια, ο μοριακός κόσμος διαπερνά τον κυτταρικό και ο ηλεκτρονιακός τον μοριακό.

Και καταλήγει:
«Μόνο αν μπορέσει να αναπτύξει μέσα του τώρα κάτι ανάλογο με το άρωμα στο φυτό, δηλαδή μια ψυχή ή μιαν αρχή συνείδησης, θα μπορέσει να αρχίσει να κινείται σ’αυτό τον άλλο κόσμο όσο είναι ακόμα ζωντανός σ’αυτόν εδώ.

Πως μπορεί να γίνει αυτό; Η ψυχή ή το σώμα του μοριακού κόσμου, μπορεί να δημιουργηθεί μόνον τεχνητά, με μεγάλη συγκέντρωση των πιο λεπτών ενεργειών που παράγει ο υλικός οργανισμός και με την κρυστάλλωσή του χάρη στην συνεχή προσπάθεια να αποκτήσει συνείδηση του εαυτού του. Αλλά ο συνηθισμένος άνθρωπος δεν μπορεί να μην σπαταλήσει την ενέργειά του μόλις τη βρει διαθέσιμη – στο φόβο, στον θυμό, στον φθόνο, στις επιθυμίες και στον συνηθισμένο αυτοερωτισμό του ή στην έλξη του προς τον κόσμο γύρω του. Για να συγκρατήσει αυτή την σπατάλη, θα πρέπει να δημιουργήσει βούληση μέσα του. Για να δημιουργήσει βούληση θα πρέπει να έχει ένα στόχο. Για να έχει έναν στόχο, θα πρέπει να έχει μάθει όλες τις πλευρές του εαυτού του και να τις έχει αναγκάσει να δεχτούν την εξουσία της ηθικής του συνείδησης. Πριν από αυτό, θα πρέπει πρώτα να αφυπνίσει την ηθική συνείδηση από τον ύπνο της.»







·  Στο τέταρτο κεφάλαιο (το πνεύμα στον ηλεκτρονιακό κόσμο) ο συγγραφέας μας αναφέρει περιληπτικά τα εξής:


Η κατάσταση της ύλης στον ηλεκτρονιακό κόσμο είναι πολύ ταχύτερη και εκλεπτυσμένη από αυτή του μοριακού κόσμου.

Ως παράδειγμα αυτής της κατάστασης, φέρνει το φως. Το φως ταξιδεύει ταυτόχρονα σε τρεις κατευθύνσεις (σε ολόκληρο τον όγκο ενός χώρου). Επίσης φωτίζει κάθε τι πάνω στο οποίο πέφτει. Επομένως ένα σώμα από ηλεκτρονιακή ύλη θα είναι αυτόφωτο και θα αντιλαμβάνεται τα πάντα με τη δική του δύναμη διείσδυσης, η οποία θα περιλαμβάνει τόσο τα μικρά όσο και τα μεγάλα αντικείμενα.

Αυτού του είδους η συνείδηση θα είχε επίσης και την εξής ιδιότητα: θα αντιλαμβανόταν ταυτόχρονα όλες τις πλευρές του κάθε αντικειμένου που θα «φώτιζε».  Θα ένιωθε οτιδήποτε συνέβαινε σε αυτά τα αντικείμενα σαν να είναι δικό της. Θα ένιωθε τη φύση τους. Θα μπορούσε να εισχωρήσει μέσα τους και να τα συντηρήσει και να τα ζωογονήσει. Αυτή η κατάσταση παραπέμπει στις θεολογικές περιγραφές της φύσης του Θεού.

Ακόμα, θα μπορούσε να ταξιδέψει όπου υπάρχει ηλεκτρονιακή ύλη, όπως ακριβώς ο υλικός/ κυτταρικός άνθρωπος μπορεί να ταξιδεύει σε όλη την επιφάνεια της γης, που αποτελείται επίσης από κυτταρική ύλη. Επομένως ένα ηλεκτρονιακό σώμα, λόγω της φύσης του, θα συμμετείχε στη φύση του ήλιου, εφόσον η ακτινοβολία του ήλιου είναι ηλεκτρονιακή. Είναι αυτό που η θεολογία αποκαλεί πνεύμα.


Και συνεχίζει:
«Μια τέτοια εμπειρία, άρρητη σε οποιαδήποτε γλώσσα ή ανέκφραστη σε κάθε ιδέα προσιτή στον υλικό άνθρωπο, αναγκαστικά θα μεταφραστεί στη γλώσσα της φιλοσοφίας, την τόσο οικεία στους φωτισμένους με αυτό τον τρόπο. Ο Χριστιανός Άγιος Μακάριος «ανεβαίνει στου Ουρανό για να λατρέψει τον Πανάγαθο Θεό». Ο Βουδιστής λάμα γίνεται «αδιαχώριστος από το Μεγάλο Σώμα της Ακτινοβολίας». Και μεις διατυπώνοντας τα συμπεράσματά μας στη σύγχρονη επιστημονική γλώσσα, μάλλον διαπιστώνουμε ότι αυτό δεν μπορεί να σημαίνει τίποτα άλλο από το να ελευθερωθεί κανείς από ολόκληρο το ηλιακό σύστημα και να ανέβει στην ίδια την πηγή της ηλεκτρονιακής ενέργειας, που είναι ο ήλιος.»




Παρακάτω ο Κόλλιν κάνει μια αναφορά σε ένα απόσπασμα από το  όραμα του Ηρός, από τον μύθο του Πλάτωνα, καθώς και ένα ακόμα από την Αποκάλυψη του Ιωάννη.

Η πεποίθησή του είναι ότι τέτοιες περιγραφές προφανώς προέρχονται από συνειδήσεις που μπήκαν στον ηλεκτρονιακό κόσμο ενώ ακόμα ζούσαν στο υλικό σώμα.
Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να είχαν αποκτήσει όχι μόνο μια ψυχή αλλά και ένα πνεύμα, δηλαδή να είχαν καταφέρει να μεταφέρουν τη συνείδησή τους σε ένα «όχημα» πολύ λεπτότερο από οποιαδήποτε ενέργεια μέσα τους.
(Εδώ θα πρέπει να πούμε ότι για το θέμα αυτό, όπου αναφέρεται ο όρος «ψυχή» εννοούμε την κατάσταση μιας συνείδησης στον μοριακό κόσμο, ενώ με τον όρο «πνεύμα» την κατάσταση μιας συνείδησης στον ηλεκτρονιακό κόσμο, με όσες ιδιότητες και δυνατότητες αυτές συνεπάγονται.)

Αν η κατανόηση της απόκτησης ψυχής έχει έναν βαθμό δυσκολίας, μπορούμε να φανταστούμε πόσο μεγαλύτερη δυσκολία έχει η κατανόηση της απόκτησης πνεύματος. Το πνεύμα αποτελείται, θα λέγαμε, από υλικά που δεν είναι διαθέσιμα στον άνθρωπο, καθώς δεν εκπέμπει ηλεκτρονιακή ενέργεια.  

O Κόλλιν καταλήγει : 
«Η επίτευξη του πνεύματος προϋποθέτει την μεταστοιχείωση της ύλης. Ο άνθρωπος θα πρέπει πρώτα να αποκτήσει μια ψυχή με το να στρέψει όλη τη μοριακή του ενέργεια σε αυτόν τον ένα και μοναδικό σκοπό. Ύστερα, θα πρέπει να μάθει πώς να συνδέει αυτή την ψυχή με ένα ακόμα πιο υψηλό επίπεδο – με ένα επίπεδο που δεν μπορεί να μπει σε κακή χρήση. Πρέπει να την μεταστοιχειώσει σε μιαν ένταση στην οποία δεν μπορεί η ατομική προσωπικότητα να ζήσει και όπου, επομένως, η κατανόηση είναι μόνη. Τέτοια ένταση βρίσκεται μόνο στο ηλεκτρονιακό επίπεδο. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει η ψυχή να εμποτιστεί με πνεύμα. Θα πρέπει να μάθει πώς να μετατρέπει, μέσα του, την μοριακή ύλη σε ηλεκτρονιακή, δηλαδή πώς να διασπά το άτομο και να ελευθερώνει εσωτερικά έναν βαθμό ενέργειας, πράγμα που μόνο στη δική μας εποχή μπορεί να γίνει κατανοητό. Και μόνο η αποδέσμευση αυτής της ενέργειας μπορεί να τον μεταφέρει στον θείο κόσμο των οραματισμών που αναφέραμε.»