Διαβάστε το Ά' μέρος εδώ.
· Στο
δέκατο κεφάλαιο (η μνήμη τους αόρατους κόσμους) ο συγγραφέας μας αναφέρει
περιληπτικά τα εξής:
Αρχικά εστιάζει
στο εξής:
«Πρώτα απ’ όλα θα
πρέπει να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε ότι η «μνήμη» δεν μπορεί παρά να έχει σχέση μόνο με τους πυκνούς κόσμους,
όπου η αντίληψη ταξιδεύει στον χρόνο αρκετά αργά για να προκαλεί την αίσθηση
του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος. Στον ηλεκτρονιακό κόσμο δεν
είναι δυνατό να υπάρχει μνήμη, επειδή τα πάντα είναι τώρα και τα πάντα είναι
γνωστά. Απ΄την ανώτατη σκοπιά, είναι
λάθος να βλέπουμε διαδοχικά τις διάφορες ζωές του ανθρώπου. Είναι θέμα
ταυτόχρονης επαναστροφής.
Ωστόσο, στον κόσμο
που ζούμε, δεν μας είναι δυνατό να σκεπτόμαστε έτσι. Πρέπει να υποθέσουμε το πριν και το μετά, τη μια ζωή
να διαδέχεται την άλλη. Και σ’έναν τέτοιο κόσμο, η πιο κοντινή προσέγγιση
στην ανώτερη αντίληψη είναι ακριβώς η “μνήμη”.»
Στη συνέχεια
αναφέρεται στο θέμα της αίσθησης της οικειότητας
με άγνωστα γεγονότα και σκηνές καθώς και με την πρόγνωση γεγονότων που θα συμβούν στο μέλλον. Σε αυτές τις στιγμές,
στις οποίες η συνειδητότητα είναι πιο ενεργητική (είναι σε μεγαλύτερη εγρήγορση
και ετοιμότητα), προκαλούνται παλμοί οι οποίοι κινούνται μέσα στο χρόνο και «εκπέμπουν μια τάση ανάμνησης σε ένα
αντίστοιχο σημείο στην σπείρα μιας άλλης ζωής».
(Εδώ να
σημειώσουμε ότι η έκφραση «άλλη ζωή», όπως μας εξήγησε ο συγγραφέας,
χρησιμοποιείται λόγω της αντίληψής μας στον κυτταρικό-υλικό κόσμο. Στην
πραγματικότητα, στους αόρατους κόσμους δεν
υπάρχει γραμμικός χρόνος.)
Όμως, αυτό που μας
ενδιαφέρει εδώ, είναι το γεγονός ότι για το γνωστό επίπεδο συνείδησης, ο θάνατος είναι ένα απόλυτο μονωτικό. Για
να μεταβεί η μνήμη από το θάνατο στην επόμενη ζωή, θα πρέπει να ξεκινά από μια
πολύ υψηλότερη ένταση συνείδησης από αυτή που διαθέτει ο συνηθισμένος άνθρωπος.
Όπως ανέφερε σε
προηγούμενα κεφάλαια ο συγγραφέας, σε όλες τις παραδόσεις που αφορούν στις περιπέτειες
της ψυχής μετά το θάνατο, υπάρχει πάντα κάποια αναφορά για ένα σημείο όπου η μνήμη σβήνει. Αυτό συμβαίνει γιατί, όπως είπαμε, με την είσοδο στον
μοριακό κόσμο, η ψυχή κάνει μια ανασκόπηση της ζωής της σε υπερβολικά
συμπιεσμένη μορφή, πράγμα που της προκαλεί μεγάλο «άγχος» (συγκινησιακή φόρτιση).
Αν και η επιθυμία της τότε, είναι να λησμονήσει με κάθε τρόπο, είναι τρομερά σημαντικό να διατηρήσει τη
μνήμη της!
Εδώ μας ξαναθυμίζει
τη νουβέλα του Ουσπένσκυ «Η παράξενη ζωή
του Ιβάν Οσοκίν»:
«…ο ήρωας, που
επιθυμεί σφοδρά την ευκαιρία να επιστρέψει στη σπαταλημένη του ζωή με ακέραιη
την ανάμνηση όλων των λαθών του, βρίσκει τελικά έναν μάγο που δέχεται να τον
στείλει πίσω, όπως επιθυμεί. «Και θα
θυμάσαι τα πάντα», προσθέτει ο μάγος, «όσο δε θέλεις να τα ξεχάσεις».
Την ίδια ιδέα
συναντάμε και στον ελληνικό θρύλο της Λήθης
και της Μνημοσύνης. Όπως αναφέρεται και στο μύθο του Ηρός, η ψυχή του κάθε
ανθρώπου, μετά το θάνατο, πορευόταν στην Κοιλάδα της Λήθης και έπειτα κατέλυε
δίπλα στο ποτάμι της Λήθης. Από αυτό
το ποτάμι έπρεπε να πιουν μια ορισμένη ποσότητα νερού. Κάποιοι όμως έπιναν
περισσότερο από ότι έπρεπε και έτσι ξεχνούσαν τα πάντα.
Ο Ορφικός θρύλος, επίσης,
αναφέρει τα δυο ποτάμια, τη Λήθη και τη Μνημοσύνη. Μάλιστα στον πίνακα της Πετέλειας (*), δίνονται οδηγίες στον μυημένο στα
Ορφικά Μυστήρια, ώστε να αποφύγει την πηγή της Λήθης και να βρει την άλλη πηγή,
αυτή της Μνημοσύνης. Εκεί θα απευθυνόταν στους φύλακες που τη φυλάνε.
(* σημ. Τα χρυσά ελάσματα από την Πετέλεια,
βρέθηκαν στη Νότια Ιταλία και την Κρήτη. Πρόκειται για μια σειρά νεκρικών
ελασμάτων του 4ου αι π.Χ. και πιστεύεται ότι περιέχουν αποσπάσματα ενός
τελετουργικού ύμνου που απευθυνόταν στους Ορφικούς. Τα ελάσματα θάβονταν μαζί
με τους νεκρούς για να καθοδηγούν στις ψυχές τους στον άλλο κόσμο.)
«Θα βρεις μια πηγή
στ’ αριστερά του οίκου του Άδη.
Δίπλα σ’ αυτή
λευκό βρίσκεται κυπαρίσσι.
Σ’ αυτήν την πηγή
μην πλησιάσεις κοντά.
Αλλά θα βρεις μια
άλλη κοντά στης Μνημοσύνης τη λίμνη,
που κρύο νερό
αναβρύζει και φύλακες τη φυλάνε.
Πες: «Της Γης
παιδί είμαι και του έναστρου Ουρανού,
αλλά το γένος μου
είναι (μόνον) ουράνιο.
Αυτό το γνωρίζετε
και οι ίδιοι.
Φλέγομαι απ’τη
δίψα μου και χάνομαι.
Δώστε μου γρήγορα
νερό που αναβρύζει
από της Μνημοσύνης
τη λίμνη».
Κι αυτοί θα σου
δώσουν να πιεις απ’ την ιερή πηγή.
Και τότε μαζί με τους
άλλους ήρωες θα βασιλεύεις.»
Αλλά και στο
κείμενο της Ρώσικης νεκρώσιμης λειτουργίας αναφέρεται :
«Δώσε αιώνια
ανάπαυση στους κεκοιμημένους δίκαιους, Κύριε, στην ψυχή του κεκοιμημένου δούλου
σου και χάρισέ του αιώνια μνήμη.»
Και η χορωδία
ανταπαντά τρεις φορές: «Αιωνία η μνήμη! Αιωνία η μνήμη! Αιωνία η Μνήμη!»
Προφανώς αυτό που
εννοείται δεν είναι το να θυμούνται για πάντα οι ζωντανοί τον αποθανόντα, όπως ίσως
πιστεύουμε, αλλά το να διατηρήσει αυτός την
μνήμη του, δηλαδή να ξεφύγει από τον κύκλο των ενσαρκώσεων.
Κατανοούμε λοιπόν,
ότι η διατήρηση της μνήμης μετά θάνατο,
είναι ο μόνος όρος για τη διαφυγή από την επαναφορά στη γήινη ζωή. Αλλά αυτό το
έργο προϋποθέτει αδιάσπαστη συνείδηση.
Είπαμε όμως ότι το
σοκ του θανάτου είναι εξαιρετικά τρομακτικό και είναι μέρος του σχεδίου της φύσης
η συσκότιση της συνείδησης, ώστε να γλυτώσει τους ανθρώπους από τον περιττό
πόνο.
Όπως αναφέρει και
ο Κόλλιν:
«Παραμερίζοντας το
γεγονός ότι οι συνηθισμένοι άνθρωποι δεν
έχουν συνείδηση του εαυτού τους ούτε καν όσο είναι ζωντανοί και με ακέραιες τις αισθήσεις τους, δεν
μπορούν να αντέξουν, ούτε θα πρέπει να περιμένουμε απ’αυτούς να αντέξουν το
τρομακτικό σοκ του θανάτου, χωρίς να χάσουν έστω τη συνηθισμένη τους συνείδηση,
ακριβώς όπως δεν θα πρέπει να περιμένει κανείς από τους συνηθισμένους ανθρώπους
να αντέξουν τον μεγάλο σωματικό πόνο, χωρίς να λιποθυμήσουν.»
Στη συνέχεια
αναλύει την άποψη ότι από τον άνθρωπο
λείπουν δυο είδη μνήμης που προφανώς έχουν καταστραφεί. Αυτά είναι :
Η ανάμνηση των περασμένων
σωματικών βίων μας.
Αυτή η ανάμνηση μας
λείπει γιατί είναι πολύ οδυνηρή. Δεν
θέλουμε να θυμόμαστε το παρελθόν. Αυτό άλλωστε ισχύει και για την ανάμνηση
των περισσότερων γεγονότων της τωρινής μας ζωής.
Η ανάμνηση των άλλων καταστάσεων της
ύλης στις οποίες υπήρξαμε πριν από
τη σύλληψη, εν ολίγοις την εμπειρία από τον μοριακό και ηλεκτρονιακό κόσμο.
Αυτή η ανάμνηση μας
λείπει, γιατί δεν μάθαμε την τεχνική της μεταφοράς της μνήμης.
Εδώ κάνει αναφορά
στην Α Υ Τ Ο Ε Ν Θ Υ Μ Η Σ Η.
Για να μπορέσει ο
άνθρωπος να μεταφέρει τη μνήμη του από τη μία ζωή στην επόμενη, θα πρέπει να αρχίσει από την παρούσα ζωή του.
«Γιατί
ό,τι και να΄χει συμβεί στις άλλες ζωές του, είναι κιόλας φωτογραφημένο μέσα του
με κάθε λεπτομέρεια, σαν μια ταινία που δεν έχει εμφανιστεί. Μάλλον υπάρχουν μέσα του πολλές διαφορετικές
ταινίες, αφού η κάθε λειτουργία του γυρίζει τη δική της ταινία και την
αποθηκεύει. Η μια ταινία περιέχει όλες τις οπτικές του εντυπώσεις, μια άλλη
όλους τους ήχους και τις συνομιλίες που έχει ακούσει, μια τρίτη τις ίδιες του τις
κινήσεις, μια τέταρτη τις σωματικές του αισθήσεις κ.ο.κ. Στον φλοιό του
εγκεφάλου του, στο μάτι του, στο λάρυγγά του, τα εκατομμύρια των εντυπώσεων που
συνιστούν τη ζωή του, ελαχιστοποιημένες σε μοριακή ή σε ηλεκτρονιακή κλίμακα,
βρίσκονται σε λανθάνουσα κατάσταση, αλλά ακέραιες.»
Πρέπει
λοιπόν ο άνθρωπος σκόπιμα να στρέψει τη συνειδητότητά του στις λησμονημένες
εγγραφές του.
Οι αναμνήσεις θα
πρέπει να επανέλθουν με τη θέλησή του και να διευθετηθούν και να εκτιμηθούν. Ιδιαίτερα δε, εκείνες που δεν θέλει να
θυμηθεί.
Γιατί αυτό ακριβώς
το γεγονός, το ότι δηλαδή δεν θυμάται τις παλιές αδυναμίες, αποτυχίες, λάθη,
είναι που τον κάνει να επαναλαμβάνει
διαρκώς τα ίδια λάθη και να παραμένει την κατάσταση που βρίσκεται.
Ο Κόλλιν εξηγεί
ότι με αυτό τον τρόπο μπορεί κανείς να
αναπτύξει μέσα του μια διπλή μνήμη.
«Θα βλέπει αμέσως
το τι ακριβώς είχε συμβεί και το τι θα μπορούσε να είχε συμβεί, αν ήταν πιο
συνειδητός. Και όσο πιο καθαρά θα θυμάται το παρελθόν, τόσο περισσότερη σημασία
θα δίνει σε αυτές τις νέες δυνατότητες, που θα τις τοποθετεί σε μια μελλοντική
επαναφορά. Γι αυτόν, η επαναφορά θα συνδέεται με την ιδέα της δυνατότητας για
συνειδητότητα. Θα αρχίσει να ανοικοδομεί τη ζωή του.»
Βέβαια, όπως καταλαβαίνουμε,
όσο επιμένει σε αυτή τη διαδικασία, τόσο περισσότερο θα είναι επώδυνη η
αντίθεση ανάμεσα σ’ αυτό που ήταν και σ’αυτό που θα μπορούσε να ήταν. Αυτό όμως
είναι μέρος της διαδικασίας, γιατί η
ηθική συνείδηση είναι το στοιχείο που σταθεροποιεί τη μνήμη.
Ο στόχος είναι να
καταφέρει, όσο είναι ζωντανός να εμφανίσει και να σταθεροποιήσει την μνήμη. Πρέπει να αποκτήσει έντονη συνείδηση του
εαυτού του όσο ζει, για να παραμείνει
συνειδητός πέρα από το θάνατο.
· Στο
ενδέκατο κεφάλαιο (ο διαχωρισμός με τον πόνο) ο συγγραφέας μας αναφέρει περιληπτικά
τα εξής:
Σε αυτό το
κεφάλαιο γίνεται λόγος για το ρόλο του
πόνου. Ομολογουμένως, υπάρχει μια δυσκολία στο να μεταφέρω σωστά το τι
θέλει να εξηγήσει εδώ ο Κόλλιν και να μην παρερμηνευτεί ο λόγος του…
Ο Κόλλιν πιστεύει
ότι προκειμένου να ξεφύγει κανείς από ορισμένες καταστάσεις και από ορισμένους
σωματικούς περιορισμούς, πρέπει πρώτα να
βιώσει όλες ή τις περισσότερες από τις δυνατότητες που υπάρχουν σε αυτούς τους περιορισμούς.
Το
ότι ο άνθρωπος επαναλαμβάνει καταστάσεις, οφείλεται σε έλλειψη κατανόησης. Αυτή η επανάληψη είναι, θα
μπορούσαμε να πούμε, ένας μηχανισμός, μέσω του οποίου μπορεί να κατανοήσει περισσότερο, ώστε να γίνει πιο συνειδητός.
Έτσι λοιπόν,
υποστηρίζει, δίνοντας μάλιστα παραδείγματα από κάποιους ανθρώπους που ο πόνος
έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο στη ζωή τους, όπως ο Ρέμπραντ, ο Μπετόβεν, ο Τολστοι, ο
Νεύτων, ο Νίτσε, ότι προκειμένου να
αποκτήσει η συνειδητότητα την ικανότητα να αντέξει στο σοκ του θανάτου, θα
πρέπει να έχει καταφέρει να αντέξει και πολύ ισχυρές δοκιμασίες που ο υλικός
κόσμος «προσφέρει.»
Η
κυριαρχία στον μεγάλο πόνο, δίνει στη συνειδητότητα την ένταση και την «πτητικότητα»
για να συνεχίσει τη ζωή της ξέχωρα από το σώμα.
Γιατί
μέσω του πόνου, η συνειδητότητα αποσπάται από τις σωματικές εκδηλώσεις.
Εδώ πρέπει να
δώσουμε έμφαση ώστε να μην παρερμηνευτούν τα λόγια του.
Κάνει λόγο για εκούσια κατεύθυνση του πόνου αλλά
τονίζει ότι κάτι τέτοιο μπορεί να έχει
υγιή εφαρμογή μόνο σε άτομα που έχουν από καιρό ελευθερωθεί από τον ακούσιο
πόνο, δηλαδή τις συνηθισμένες ανησυχίες, δειλίες, φόβους, σκλαβιά στη γνώμη
των άλλων κτλ. Σε αντίθετη περίπτωση, το
να προσθέσει κανείς εκούσιο πόνο σε όλα αυτά τα βάρη είναι ανθυγιεινό και
παθολογικό.
Όταν ο άνθρωπος
ελευθερωθεί από τον ακούσιο πόνο, τότε
το επόμενο βήμα είναι η μεταμόρφωση του πόνου και της δυσφορίας.
Όπως αναφέρει:
«η κατεύθυνση της μεγάλης δύναμης
του πόνου ακριβώς ανάμεσα στη συνειδητότητα και στις σωματικές εκδηλώσεις της,
για να αποσπαστούν η μια από την άλλη, είναι εφικτή μόνο ύστερα από μακρόχρονη
ηθική και ψυχολογική προετοιμασία. Επειδή
η άστοχη χρησιμοποίηση του πόνου, όπως από τους μαστιγωτές και αυτό-βασανιστές
σε ολόκληρη την ιστορία, απλώς
ακρωτηριάζει τον ψυχοφυσικό οργανισμό και συγκολλά αδιάσπαστα τη συνειδητότητα
με το σώμα. Αυτό, ένα από τα πιο τρομερά αποτελέσματα του πρόωρου
πειραματισμού, αποτελεί αρκετή προειδοποίηση ότι όσα έχουμε πει δεν αναφέρονται
στον συνηθισμένο άνθρωπο. Η εκούσια
κατεύθυνση του πόνου αποκτά πρακτική χρησιμότητα μόνο σε σχέση με την εργασία
μιας σχολής για την αναγέννηση. Αλλά ακόμα και σ’αυτήν, μόνο σε μια πολύ
καθορισμένη στιγμή.»
· Στο
δωδέκατο κεφάλαιο (η μεταμόρφωση στον κόσμο των ηλεκτρονίων) ο συγγραφέας μας
αναφέρει περιληπτικά τα εξής:
Αρχικά
κάνει ένα διαχωρισμό μεταξύ συνειδητής και ασυνείδητης αθανασίας.
Η αθανασία την
οποία πραγματεύεται δεν είναι μια αθανασία του τωρινού μας σώματος ή της τωρινής
μας συνειδητότητας, γιατί κάτι τέτοιο θα αποτελεί εγκλωβισμό. Κάτι τέτοιο θα μας αφαιρούσε κάθε
δυνατότητα για αλλαγή και εξέλιξη.
Ως παράδειγμα
φέρνει τους βράχους, γιατί το ορυκτό βασίλειο είναι μια μορφή μη συνειδητής
αθανασίας. Ένας βράχος, λοιπόν, διαρκεί δέκα χιλιάδες χρόνια σε μια μορφή,
επομένως είναι αθάνατος σε σύγκριση με τον άνθρωπο. Παρόλα αυτά δεν είναι
συνειδητά αθάνατος. Η μονιμότητα της κόλασης είναι μια παρόμοια αθανασία, βάση
των όσων ανέλυσε σε προηγούμενα κεφάλαια σχετικά με το πάγωμα και την απολίθωση
της μορφής.
Κατανοούμε
επομένως, ότι η συνειδητή αθανασία
σχετίζεται με τη μετάβαση από μια χαμηλότερη μορφή σε μια υψηλότερη.
Όπως αναφέρει:
«Για να γίνει
κανείς συνειδητά αθάνατος σε έναν κόσμο – δηλ. για να αποκτήσει τη δύναμη να
αλλάξει το όχημά του, σ’αυτό τον κόσμο, με τη θέλησή του – είναι ανάγκη όχι μόνο να έχει αλλά και να ελέγχει ένα σώμα που ανήκει
στον πιο επάνω κόσμο, ένα σώμα από την αμέσως πιο λεπτή κατάσταση της ύλης.»
Έτσι λοιπόν, μας αναλύει
το θέμα της δημιουργίας ενός ανώτερου
σώματος, δηλαδή μιας ψυχής και του πλήρους ελέγχου όλων των δυνάμεών της.
Το αμέσως επόμενο επίπεδο είναι το να γίνει «πλάστης ανθρώπινων ψυχών» όπως το ονομάζει. Αυτό βέβαια προϋποθέτει
πως θα είναι πλέον μέσα στο πνεύμα, θα έχει δηλαδή περάσει από τον μοριακό
κόσμο στον ηλεκτρονιακό (θα έχει φτιάξει ένα πνευματικό σώμα).
Δεν θα αναφέρω
περισσότερα πάνω σε αυτό το θέμα, διότι αφορά διεργασίες που, κατά τον Κόλλιν,
γίνονται μόνο μέσα στο πλαίσιο μια σχολής και πάντα με καθοδήγηση και βοήθεια.
Κάπου εδώ,
επομένως, κλείνω την περίληψή μου σε αυτό το πάρα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο….
Dustin O' Halloran - Opus 28
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου